Φυσιολατρικός Τουρισμός

Αρχική / Φυσιολατρικός Τουρισμός

  • Δυτική Αττική

  • Αλεποχώρι

    Μόλις 20 χλμ. από τα Μέγαρα και 60 χλμ. περίπου από την Αθήνα, βρίσκεται ίσως ένα από τα πιο γνωστά παραθαλάσσια θέρετρα της Δυτικής Αττικής, το Αλεποχώρι. Η περιοχή βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του Κορινθιακού κόλπου, στους πρόποδες των Γερανείων όρεων. Οι δαντελωτές παραλίες που διαθέτει, καταλαμβάνουν αρκετά χιλιόμετρα με εναλλασσόμενα τοπία, αφού διαθέτει αμμουδερές και πετρώδεις ακρογιαλιές, κοσμικές ή μη αλλά και παραλίες κατάφυτες από πεύκα όπου η πρόσβαση γίνεται μόνο με σκάφος. Ο οικισμός αναπτύσσεται συνεχώς από την δεκαετία του ’70 και σήμερα χιλιάδες κάτοικοι της Αττικής διατηρούν εκεί την μόνιμη ή την εξοχική τους κατοικία, ενώ τους καλοκαιρινούς μήνες το Αλεποχώρι συγκεντρώνει πολλές χιλιάδες παραθεριστών. Κατά την αρχαιότητα αποτελείτο από δύο περιοχές, τις Αιγειρούσες (σήμερα Ντουράκο) και τις Παγαί ή Πηγαί (σήμερα Αλεποχώρι) οι οποίες ήταν τα επίνεια της αρχαίας Μεγαρίδος στον Κορινθιακό Κόλπο.

     Οι Παγές γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη τα Κλασικά και Ελληνιστικά χρόνια λόγω της θέσης τους, αφού οι Αθηναίοι χρησιμοποιούσαν το επίνειο αυτό σαν ορμητήριο κατά των Πελοποννησίων (461 π.Χ.).Στην περίπου 8 χιλιομέτρων παραλία του Αλεποχωρίου, θα συναντήσετε τοπία μοναδικής ομορφιάς, άλλοτε αμμώδη και άλλοτε με βότσαλα, όπου μπορείτε να απολαύσετε το μπάνιο σας. Οι επιλογές που υπάρχουν καθ’ όλη την διαδρομή θα ικανοποιήσουν κάθε επισκέπτη, μιας και μπορούν να κάνουν μπάνιο σε ήσυχες παραλίες, εξωτικές, ρομαντικές, πολυσύχναστες ή απομονωμένες, αλλά και κάτω ακριβώς από τα καφέ/μπαρ όπου μπορούν να ακούσουν μουσική, πίνοντας ένα δροσιστικό ποτό. Αν κατευθυνθείτε προς την Μαυρολίμνη, θα βρείτε παραλίες απομονωμένες και «ακατέργαστες» κάτω από την σκιά των πεύκων που φτάνουν έως την παραλία και με θέα τα νησάκια του Κορινθιακού. Όσοι παραμείνουν στην παραλία μέχρι τις απογευματινές ώρες, θα μαγευτούν από τη χρωματική παλέτα του ηλιοβασιλέματος, καθώς  ο ήλιος μεταμορφώνει  τα καταγάλανα νερά, σε πορφυρά και δύει πίσω από τις μυστηριώδεις Αλκυονίδες νήσους. Κατά μήκος της παραλίας υπάρχουν πολλά εστιατόρια και παραδοσιακές ταβέρνες με διάφορα είδη κουζίνας, κυριολεκτικά πάνω στο κύμα.

    Η περιοχή φημίζεται για τα φρέσκα ψάρια, μιας και ψαρεύονται απευθείας από τον Κορινθιακό ή τον Αργοσαρωνικό Κόλπο και μπορείτε να βρείτε από φρέσκες τσιπούρες και μπακαλιάρους μέχρι και θαλασσινά όπως καλαμαράκια, χταπόδια κτλ. Για τους λάτρεις των κρεατικών ή της Ιταλικής κουζίνας υπάρχουν πάλι εστιατόρια με ξεχωριστά πιάτα αλλά και ποιότητα και είναι βέβαιο πως θα καλύψουν κάθε σας γευστική απαίτηση. Όλα τα λαχανικά και φρούτα των καταστημάτων προέρχονται από ντόπιους παραγωγούς και πολλοί από αυτούς διαθέτουν τα προϊόντα τους σε πάγκους όπου μπορείτε να τα προμηθευθείτε και να δοκιμάσετε την αγνή και ιδιαίτερη γεύση τους. Υπάρχουν επίσης ψητοπωλεία, κρεπερί, ζαχαροπλαστεία και παραδοσιακοί φούρνοι με χειροποίητα γλυκά και αρτοσκευάσματα.Το κόστος ενός γεύματος στο Αλεποχώρι είναι αρκετά προσιτό ακόμα και στα γενικότερα ακριβά είδη όπως τα ψάρια. Τα εστιατόρια, πάντα με σεβασμό στον πελάτη, είναι φιλόξενα και διατηρούν ψηλά τον πήχη, τόσο στις παρεχόμενες υπηρεσίες, όσο και στην ποιότητα των υλικών τους.
    Περισσότερα...

    Γεράνεια Όροι

    Γεράνεια. Τα Γεράνεια όρη, οροσειρά κατάφυτη από πεύκα και έλατα με σχετικά απόκρημνες πλαγιές, εκτείνονται από τα Μέγαρα μέχρι το Λουτράκι και την Περαχώρα στον νομό Κορινθίας.Ουσιαστικά, αποτελούν το φυσικό όριο μεταξύ της Μεγαρίδας και της Κορινθίας. Οι νοτιο ανατολικές παρυφές της οροσειράς καταλήγουν στις Σκιρωνίδες Πέτρες, τη σημερινή Κακιά Σκάλα, από όπου ο Αθηναίος ήρωας Θησέας γκρέμισε τον διαβόητο ληστή Σκίρωνα. Το όνομα του βουνού απαντά στους αρχαίους συγγραφείς ως θηλυκό, δηλαδή η Γεράνεια.Ο Παυσανίας (Ι, 40,1)αναφέρει ότι η ονομασίααυτή σχετίζεται με τους γερανούς, υδρόβια πουλιά με μακρύ λαιμό.Σύμφωνα με μια παράδοση,ο Μέγαρος, γιος του Δία και μίας από τις Σιθνίδες νύμφες, που ζούσαν στην περιοχή των Μεγάρων, επιβίωσε του κατακλυσμού που έγινε την εποχή του Δευκαλίωνα, ανεβαίνοντας στην κορυφή των Γερανείων. Ο Μέγαρος κατάφερε να κολυμπήσει μέχρι εκεί, οδηγούμενος από τις κραυγές των γερανών που πετούσαν πάνω από το βουνό. Πάντως, το όνομα της οροσειράς πιθανώς να σχετίζεται και με το μακρόστενο σχήμα της.

    Η Γερανία ήταν ακρωτήριο της Μεγαρίδας, το οποίο είχε ονομαστεί έτσι εξαιτίας του μακρόστενου σχήματός της. Η έννοια της μακρόστενης οροσειράς ή κορυφογραμμής είναι σύμφωνη και με το νεότερο όνομα της υψηλότερης κορυφής των Γερανείων, που ονομάζεται Μακρυπλάγι (1.369μέτρα). O Γάλλος διανοούμενος Φραγκίσκος Πουκεβίλ, που περιηγήθηκε την Αττική αλλά και ολόκληρη την Ελλάδα κατά την περίοδο 1805-1815 διάβηκε τα Γεράνεια όρη στην πορεία του από την Αθήνα προς την Κόρινθο:«Ξαφνικά μπήκαμε στο πέρασμα της Κακής Σκάλας. Αυτή η κάθοδος, που δεν έχει απολύτως τίποτε το άσχημο, μας έφερε σ’ έναν ωραίο δρόμο, χαραγμένο στην πλαγιά του όρους Μακρυπλάγι, το οποίο βλέπει τον όρμο του Σάρου [σσ: εννοεί τον Σαρωνικό]. Κάποιοι κυνηγοί με πληροφόρησαν πως υπάρχει μία λίμνη στα απόκρημνα σημεία αυτού του όρους, καθώς και αρκετά ελάφια, ζαρκάδια και αγριογούρουνα. Τρι γύρω σ’ αυτούς τους βράχους είδα να πετούν αετοί, μιλάνοι και μπόλικα αγριοπερίστερα. Παρατήρησα εκτεταμένες καταστροφές στα πευκοδάση, που οι βοσκοί τα καίνε απλά και μόνο για την απόλαυση της καταστροφής κι αν ήταν περισσότερα θα τα εξαφάνιζαν τελικά» (Pouqueville 1995, σελ. 458).
    Περισσότερα...

    Κιθαιρώνας

    Κιθαιρώνας. Καλυμμένος από πυκνά δάση πεύκων και ελάτων, ο Κιθαιρώνας απλώνεται στα βορειοδυτικά της Αττικής, στα σύνορα της Μεγαρίδας και της Βοιωτίας, και αποτελεί τμήμα της οροσειράς που συνδέει την Πάρνηθα με τον Παρνασσό. Ξεκινάει στα δυτικά από τον όρμο Λιβαδόστρου, βαίνει παράλληλα προς την ακτή του κόλπου των Αλκυονίδων και, ενωμένος με τον ορεινό όγκο της Πάστρας, φθάνει στο οροπέδιο της Σκούρτας, στην περιοχή των Δερβενοχωρίων. Προς τη μεγαρική πεδιάδα, ο Κιθαιρώνας εκτείνεται μέχρι το όρος Πατέρας. Το μήκος του είναι περίπου 32 χιλιόμετρα και το μέγιστο πλάτος του περί τα 6 χιλιόμετρα. Η υψηλότερη κορυφή του είναι ο Προφήτης Ηλίας ή Ελατιά (1.409 μέτρα) και εντοπίζεται μεταξύ Πλαταιών και Αιγοσθένων. O ορεινός όγκος της Πάστρας βρίσκεται μετα-ξύ των Ερυθρών και του οικισμού των Σκούρτων. Χαρακτηρίζεται από απότομες πλαγιές και μεγάλες ρεματιές. Μεταξύ του Κιθαιρώνα και της Πάστρας υπάρχει το πέρασμα της Κάζας, από όπου διέρχεται η παλαιά εθνική οδός Αθηνών-Θηβών. Από εκεί περνούσε και ο δρόμος «δι’Ελευθερών» ή Δρυός Κεφαλών ή Τριών Κεφαλών, ο οποίος συνέδεε τη Θήβα με την Ελευσίνα κατά την αρχαιότητα και αποτελούσε το κύριο πέρασμα προς τη Βοιωτία. Στα ανατολικά του δρόμου, λίγο πάνω από την Κάζα, αμέσως βόρεια της διασταύρωσης προς Βίλια, σε μεμονωμένο ύψωμα, δεσπόζουν τα εντυπωσιακά ερείπια του φρουρίου των Ελευθερών, που είναι γνωστό και ως Γυφτόκαστρο. Πρόκειται για θέση εξαιρετικής στρατηγικής σημασίας, καθώς επόπτευε το σημαντικό πέρασμα, αλλά και την εύφορη πεδιάδα της Οινόης.

    Εκτός από τον «δι’ Ελευθερών» δρόμο, υπήρχε και δεύτερη δίοδος, πιο απότομη, που οδηγούσε από τα Μέγαρα ή την Ελευσίνα (μέσω Βιλίων) στιςΠλαταιές μέσω του Κιθαιρώνα. Επιπλέον, έχουν εντοπιστεί και άλλοι μικρότεροι δρόμοι, που δεν αποτελούσαν κύρια περάσματα, στα ανατολικά του δρόμου Μεγάρων-Πλαταιών. Αυτοί φαίνεται πως χρησιμοποιούνταν από την αρχαιότητα μέχρι τα νεότερα χρόνια και μπορεί κανείς να τους διακρίνει ακόμη και σήμερα στις πλαγιές του Κιθαιρώνα, πάνω από τις Ερυθρές. Τα ορεινά μονοπάτια του Κιθαιρώνα, αρχαία ή νεότερα, τα διέσχισαν πολλοί από τους Ευρωπαίους περιηγητές, οι οποίοι ταξίδευαν από τη Βοιωτία προς την Αττική ή αντιστρόφως. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι ο Κιθαιρών ήταν παλαιός βασιλιάς των Πλαταιών, από τον οποίο πήρε το όνομά του το γειτονικό βουνό. Ο Ψευδοπλούταρχος παραδίδει μια διαφορετική εκδοχή, κατά την οποία ο Κιθαιρών ήταν ένας όμορφος βοσκός, τον οποίο ερωτεύθηκε η Τισιφόνη, μία από τις Ερινύες. Καθώς, όμως, την περιφρόνησε, η Ερινύα έστειλε εναντίον του Κιθαιρώνα φίδι από την κόμη της, το οποίο σκότωσε τον βοσκό. Σύμφωνα με τον Ψευδοπλούταρχο (ό.π.), υπάρχει και μία τρίτη παράδοση, η οποία θέλει τον Κιθαιρώνα άπληστο και σκληρό άνδρα, που σκότωσε τον πατέρα του και αποπειράθηκε να γκρεμίσει τον αδελφό του, τον μειλίχιο Ελικώνα, από βράχο. Οι θεοί μεταμόρφωσαν τα δύο αδέλφια στα ομώνυμα βουνά: ο Ελικών, εξαιτίας της πραότητας του χαρακτήρα του, έγινε ενδιαίτημα των Μουσών, ενώ ο ασεβής Κιθαιρών των Ερινυών.
    Περισσότερα...

    Ρειτοί(Λίμνη Κουμουνδούρου)

    Ρειτοί (.λίμνη Κουμουνδούρου). Στο νοτιοδυτικό άκρο της Δυτικής Αττικής βρίσκεται η λίμνηΚουμουνδούρου, στο σημείο όπου εντοπίζονταν οι λιμνούλες των Ρειτών κατά την αρχαιότητα.Οι Ρειτοί ήταν δύο μικρές τεχνητές λίμνες που σχηματίστηκαν από ομάδα πηγών στις δυτικότατες παρυφές του όρους Αιγάλεω και γύρω στα 300 μέτρα βόρεια της ακτής. Οι πηγές βρίσκονταν σε φυσικά βαθουλώματα του εδάφους, τα οποία φράχτηκαν προς την πλευρά της θάλασσας κατά την αρχαιότητα. Τα ρεύματα που περιγράφει ο Παυσανίας είναι οι εκροές των φραγμάτων προς τον κόλπο της Ελευσίνας. Αυτές ήταν γεφυρωμένες, προκειμένου να διευκολύνεται η διέλευση των ταξιδιωτών. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η διαμόρφωση των λιμνών και των διαρροών των υδάτων προς τη θάλασσα έγινε στα κλασικά χρόνια. Νωρίτερα, η διέλευση από το σημείο αυτό θα πρέπει να ήταν αδύνατη, εξαιτίας των ρευμάτων και των ελών που τα τελευταία θα σχημάτιζαν· έτσι, η Ιερά Οδός θα πρέπει αρχικά να έκανε παράκαμψη προς τα βόρεια, ώστε να περάσει πίσω από τις πηγές. Το νερό των Ρειτών ήταν υφάλμυρο, λόγω της μικρής απόστασης που τους χώριζε από τη θάλασσα. Η βόρεια λίμνη ήταν αφιερωμένη στη θεά Δήμητρα, ενώ η «προς το άστυ» στην κόρη της, Περσεφόνη. Μόνον οι ιερείς των θεοτήτων αυτών είχαν το δικαίωμα να ψαρεύουν εκεί.

    Η νότια λίμνη της Περσεφόνης διατηρείται μέχρι σήμερα, είναι γνωστή ως λίμνη Κουμουνδούρου και εντοπίζεται στα σύνορα του σύγχρονου Δήμου Χαϊδαρίου με τον Ασπρόπυργο. Αντίστοιχα, στην αρχαιότητα οι Ρειτοί αποτελούσαν το όριο μεταξύ Αθηνών και Ελευσίνας. Στο κέντρο περίπου της λίμνης Κουμουνδούρου ο Ιωάννης Τραυλός εντόπισε μακρύ τοίχο, ο οποίος προφανώς αποτελούσε μέρος του φράγματος που συγκρατούσε τα ύδατα και διαμόρφωνε τη λίμνη. Ο Τραυλός αναγνώρισε ότι οι λίθοι που είχαν χρησιμοποιηθεί στο φράγμα ήταν σε δεύτερη χρήση και βάσει της μορφολογίας τούς συνέδεσε με το δομικό υλικό του ελευσινιακού τελεστηρίου, που είχε ανεγείρει ο Πεισίστρατος και κατακάηκε από τους Πέρσες στα 479 π.Χ. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Ελευσίναςυπάρχει επιγραφή με τμήμα ψηφίσματος της αθηναϊκής βουλής, σχετικά με τη γεφύρωση ενός από τα δύο ρεύματα των Ρειτών. Η επιγραφή χρονολογείται στα 421 π.Χ. και αναφέρει ότι οι Αθηναίοι είχαν αποφασίσει να κατασκευάσουν λίθινη γέφυρα πλάτους πέντε ποδών, δηλαδή περίπου 1,5 μέτρου, προκειμένου οι ιερείς που μετέφεραν τα ιερά της Δήμητρας στην Αθήνα να περνούν με ασφάλεια τα ρεύματα. Παράλληλα, το μικρό πλάτος της γέφυρας απαγόρευε την έλευση τροχοφόρων, καθώς οι συνοδοί των ιερώναντικειμένων της θεάς ήταν υποχρεωμένοι να είναι πεζοί. Η επιγραφή επιστέφεται από ανάγλυφη παράσταση που απεικονίζει τις ελευσινιακές και τις αθηναϊκές θεότητες. Στην αριστερή άκρη έχουμε τη Δήμητρα και δίπλα της την Περσεφόνη, που κρατά δάδες, ενώ στα δεξιά εικονίζεται η θεά Αθηνά πάνοπλη να δίνει το δεξί χέρι σε νεαρό άνδρα που στέκεται μπροστά της, δίπλα στην Περσεφόνη. Αυτός έχει ταυτιστεί από κάποιους αρχαιολόγους με τον Ελευσίνιο ήρωα Τριπτόλεμο, ενώ άλλοι θεωρούν ότι πρόκειται για προσωποποίηση του δήμου των Ελευσινίων.
    Περισσότερα...

    Όρος Αιγάλεω

    Αιγάλεω. Η οροσειρά Αιγάλεω αποτελεί ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά γεωγραφικά στοιχεία του τοπίου στα δυτικά της πόλης των Αθηνών, την οποία χωρίζει από την πεδιάδα της Ελευσίνας. Πρόκειται για οροσειρά-προέκταση της Πάρνηθας, η οποία ξεκινάει από τα Άνω Λιόσια και φθάνει έως το στενό της Σαλαμίνας. Έχει πλάτος γύρω στα 5 χιλιόμετρα και μήκος περίπου 20. Το Αιγάλεω δεν διέθετε ποτέ επαρκή πηγαία νερά, πράγμα που οδήγησε σε ιδιαίτερα αραιή βλάστηση, αποτελούμενη κυρίως από πεύκα. Η έλλειψη υδάτων οφείλεται στην ασβεστολιθική γεωλογική σύνθεση του εδάφους. Η οροσειρά του Αιγάλεω είναι δικόρυφη· αναπτύσσεται σε δύο όγκους, που χωρίζονται από φυσική στενωπό. Η στενωπός αυτή, την οποία διέσχιζε η Ιερά Οδός, βρίσκεται στο ύψος της Μονής Δαφνίου.

    Το ανατολικό τμήμα της οροσειράς, δηλαδή αυτό που ξεκινά από το Δαφνί και φθάνει μέχρι τα Λιόσια και το Δέμα, ήταν γνωστό κατά την αρχαιότητα ως Κορυδαλλός. Η υψηλότερη κορυφή του σχηματίζεται πάνω από το Καματερό, έχει ύψος 453 μέτρα και ονομάζεται Ζαχαρίτσα. Με το πέρασμα του χρόνου, η ονομασία του βουνού παραφράστηκε σε «Σκορδαλλός» ή «Σκορδιλό». Η ονομασία αυτή έχει συνδεθεί με τον αρχαίο δήμο των Κορυδαλλέων της Ιπποθωοντίδας φυλής, ο οποίος τοποθετείται από τους περισσότερους ερευνητές στους νοτιοανατολικούς πρόποδες της οροσειράς. Ο δυτικός όγκος της οροσειράς, με άλλα λόγια το τμήμα που ξεκινά από το Δαφνί και φθάνει στην ακτή του Σκαραμαγκά, ήταν γνωστός ως «Αιγάλεως» και το μέγιστο ύψος του είναι τα 468 μέτρα. Διακρίνεται σε τρεις μάζες: το Τρίκορφο, που βρίσκεται κατά μήκος της νότιας ακτής και σχηματίζει το ακρωτήριο του Περάματος, το Δαφνοβούνι, πάνω και γύρω από τη Μονή Δαφνίου, και το βουνό του Σκαραμαγκά, που υψώνεται στα δυτικά, πλησίον του Ελευσινιακού κόλπου. Η λέξη «Αιγάλεως» είναι σύνθετη και σημαίνει τον μεγάλο ορεινό όγκο (λᾶας, λᾶς και λᾶος, ὁ = σκόπελος, βράχος, αλλά και πέτρα που ρίπτεται από πολεμιστή), πάνω στον οποίο σπάνε τα κύματα (αἰγίς, ἡ = ορμητική καταιγίδα, θύελλα).

    Το όρος είναι γνωστό μεταξύ των αρχαιομαθών ως ο τόπος που επέλεξε ο Ξέρξης, προκειμένου να παρακολουθήσει την περίφημη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Με τον όρο «Ποικίλο όρος», ο οποίος για πρώτη φορά απαντά στον Παυσανία, οι αρχαίοι Αθηναίοι κατά πάσα πιθανότητα εννοούσαν το τμήμα της οροσειράς όπου ενώνονταν οι ορεινοί όγκοι του Αιγάλεω και του Κορυδαλλού, δηλαδή την περιοχή στο ύψος της Μονής Δαφνίου και του ιερού της Αφροδίτης. Η ονομασία «Ποικίλον» προέρχεται πιθανότατα από τον «ποικιλόν», ο οποίος, σύμφωνα με τον λεξικογράφο Ησύχιο, «είναι πτηνόν φέρον στίγματα και τρώγον τα αυγά του κορυδαλλού». Αν έτσι έχουν τα πράγματα, η ονομασία αυτή αποτελεί ακόμη μια έκφραση της πασίγνωστης σκωπτικής διάθεσης των Αθηναίων. Πάντως, υπέρ των ξεχωριστών ονομάτων για διάφορα τμήματα της οροσειράς είναι και το σχόλιο του αθηναιολόγου Δημητρίου Καμπούρογλου στον Αναδρομάρη της Αττικής (1920): «Καυχάται λοιπόν ο Αιγάλεως με όλον του το δίκιο, εις το σημείον που αποφασίζει να μας αφίση ένα στενόν, το οποίον μας οδηγεί εις την ωραίαν θάλασσαν, και να λάβη εκεί δεξιά και αριστερά του διάφορα τμηματικά ονόματα, καυχάται διά το ένα και καλόν του Μοναστήρι, διά την ψηφιδωτήν αίγλην του Δαφνιού» (Καμπούρογλου 1920α, σελ. 86).
    Περισσότερα...

    Όρος Πατέρας

    Το όρος Πατέρας, με υψηλότερη κορυφή το Λεοντάρι (1.132 μέτρα), καταλαμβάνει το βορειοδυτικό τμήμα της Δυτικής Αττικής. Οι πλαγιές του είναι απότομες, αυλακωμένες από μεγάλες ρεματιές και καλυμμένες με πεύκα, σκίνα, κουμαριές και έλατα. Στις βορειοανατολικές υπώρειες του Πατέρα, κοντά στο Παλαιοχώρι, έχει εντοπιστεί τειχισμένη ακρόπολη με ίχνη κατοίκησης από τη Γεωμετρική περίοδο έως τα ρωμαϊκά χρόνια, η οποία έχει ταυτιστεί από κάποιους ερευνητές με αυτήν της αρχαίας Ερένειας.
    Περισσότερα...

    Πάρνηθα

    Η Πάρνηθα αποτελεί εκτεταμένο ορεινό συγκρότημα μήκους 30 χιλιομέτρων και μέγιστου πλάτους 20 χιλιομέτρων στη βορειοδυτική πλευρά της Αττικής. Ένα μέρος της ανήκει στον νομό Βοιωτίας, ενώ το νοτιοδυτικό κομμάτι της Πάρνηθας εμπίπτει στα διοικητικά όρια της Δυτικής Αττικής. Η υψηλότερη κορυφή της εντοπίζεται στη θέση Καραβόλα (1.413 μέτρα). Η βλάστηση είναι ιδιαίτερα πυκνή. Στα ψηλότερα τμήματα είναι καλυμμένη από ελατοδάση, ενώ στα μεσαία και χαμηλότερα επίπεδα υπάρχουν πεύκα και ποικιλία θαμνωδών φυτών. Η χλωρίδα της Πάρνηθας περιέχει πάνω από 1.000 είδη, ενώ η πανίδα της περιλαμβάνει ελάφια, τσακάλια, αλεπούδες, λαγούς, νυφίτσες και πάνω από 130 είδη πτηνών. Ο Παυσανίας (Ι, 32, 1) αναφέρει ότι στην Πάρνηθα μπορούσε κανείς να κυνηγήσει αρκούδες και αγριογούρουνα. Η Πάρνηθα χαρακτηρίζεται από έντονο ανάγλυφο, το οποίο περιλαμβάνει απότομες πλαγιές, εντυπωσιακές χαράδρες, κοιλάδες και οροπέδια. Επίσης, υπάρχουν πολλά σπήλαια· το πιο γνωστό από αυτά είναι η Λυχνοσπηλιά, στην περιοχή της Φυλής, σε υψόμετρο 675 μέτρων, όπου λατρευόταν ο τραγοπόδαρος θεός Πάνας και οι Νύμφες. Κατά την αρχαιότητα, στην Πάρνηθα υπήρχαν πολυάριθμα φρούρια, καθώς το βουνό αποτελούσε το φυσικό σύνορο της πόλης των Αθηνών με τους γείτονές της στα βορειοδυτικά. Το πιο σημαντικό φρούριο στο δίκτυο των οχυρώσεων τη Πάρνηθας είναι το επιβλητικό φρούριο της Φυλής, στα βορειοδυτικά της Μονής Κλειστών. Επίσης, στην ευρύτερη περιοχή της Πάρνηθας εντοπίζονται και αρκετοί αρχαίοι δήμοι, όπως αυτοί της Φυλής, των Αχαρνών και των Κρωπιδών. Η Πάρνηθα αποτέλεσε έδρα σημαντικής λατρείας του Δία. Ο Παυσανίας (Ι, 32, 2) μιλάει για την ύπαρξη χάλκινου αγάλματος του Παρνήσιου Δία, βωμού του Δία Σημαλέου, δηλαδή αυτού που σχετίζεται με τα προμηνύματα της βροχής, καθώς και βωμού, όπου θυσίαζαν άλλοτε στον Όμβριο Δία και άλλοτε στον Δία Απήμιο. Το επίθετο «απήμιος» έχει να κάνει με την ιδιότητα του Δία να προκαλεί κεραυνούς και καταιγίδες και έτσι να γίνεται πρόξενος «πημάτων», δηλαδή ζημιών ή δυστυχημάτων. Καθώς η δραστηριότητα ενός καιρικού θεού πιστευόταν ότι εκδηλωνόταν στις πιο ψηλές κορυφές, η λατρεία του Δία ω εξουσιαστή των νεφών και της βροχής στις κορυφές των βουνών υπήρξε αρκετά συνηθισμένο φαινόμενο σε ολόκληρη την Ελλάδα. Έτσι, η απλή δήλωση μιας κορυφής, όπου λατρευόταν ο Δίας, π.χ. Υμήττιος, Παρνήσιος, Ιδαίος, Ολύμπιος, αρκούσε για να σημάνει την ιδιότητά του ως καιρικού θεού. Το ιερό του Παρνήσιου Δία, που αναφέρει ο Παυσανίας στο παραπάνω απόσπασμα, τοποθετείται από κάποιους ερευνητές στην περιοχή του Άρματος, κορυφής που υψώνεται στα ανατολικά του φρουρίου της Φυλής και στα βόρεια της Μονής Κλειστών. Επίσης, ευρήματα σε άλλο ύψωμα, που εντοπίζεται ανατολικά του Άρματος, πιθανώς να ανήκουν στο ιερό του Δία Παρνήσιου. Εκτός από τον Παυσανία, την Πάρνηθα αναφέρουν και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Αριστοφάνης (Νεφέλαι, 323), ο φιλόσοφος Θεόφραστος (Περί σημείων, υδάτων και πνευμάτων, Γ 43 και Γ 47), ο Λουκιανός (Ικαρομένιππος, 11) και άλλοι. Στους νεότερους χρόνους, η Πάρνηθα αναφέρεται συχνά με το όνομα «Οζάς» ή «Οζέον όρος».
    Περισσότερα...

    Πόρτο Γερμενό

    Το Πόρτο Γερμενό που βρίσκεται στην νότια κατάληξη του όρους Κιθαιρώνα στον Κορινθιακό Κόλπο, ονομαζόταν κατά την αρχαιότητα Αιγόσθενα και υπήρξε ένα σημαντικό εμπορικό λιμάνι του Κορινθιακού. Στο Πόρτο Γερμενό βρίσκεται και το οχυρωματικό φρούριο των Αιγοσθένων που χρονολογείται στον 4. με 3. π.Χ. αιώνα. Σήμερα το Πόρτο Γερμενό είναι ένα τουριστικό θέρετρο που απέχει μόλις λίγη ώρα από την Αθήνα και προσφέρει τον μοναδικό συνδυασμό βουνού και θάλασσας, με υπέροχες φυσικές παραλίες και μία εκπληκτική θέα με πανέμορφα ηλιοβασιλέματα!Στο Πόρτο Γερμενό θα βρείτε πολλές ταβέρνες όπου μπορείτε να φάτε φρέσκο, ντόπιο ψάρι, καφετέριες, fast food πολλών ειδών, ενοικιαζόμενα δωμάτια, καταστήματα με είδη διατροφής και εποχιακά είδη. Το Πόρτο Γερμενό διαθέτει επίσης λιμάνι με γλύστρα για μικρά σκάφη.
    Περισσότερα...

    Ψάθα

    Η Ψάθα βρίσκεται στην Δυτική Αττική, δίπλα στο Αλεποχώρι στα πεντακάθαρα νερά του Κορινθιακού κόλπου. Έχει μία τεράστια ακτή 2,5 χιλιομέτρων (!!) η οποία θα ικανοποιήσει και τον πιο απαιτητικό επισκέπτη.Ιδανικό μέρος διασκέδασης για νέους και όχι μόνο καθώς στην μέση της ακτής βρίσκονται πολλά μπαρ και καφέ με οργανωμένες προσφορές και την παραλία. Θα βρείτε μία μεγάλη ποικιλία από ταβέρνες, σουβλατζίδικα αλλά πανέμορφα παραδοσιακά ταβερνάκια στην κατάληξη του όρμου της Ψάθας με φρεσκότατο ψάρι σε ένα ειδυλλιακό τοπίο που θυμίζει περισσότερο εξωτικούς προορισμούς!! Σημαντικό χαρακτηριστικό της Ψάθας είναι ο τεράστιος βιότοπος στον οποίο φυτρώνουν τα ψαθοκάλαμα από τα οποία προέρχεται και η ονομασία. Εάν έχετε ταχύπλοο το Αλεποχώρι διαθέτει λιμάνι με γλύστρα για μικρά σκάφη.
    Περισσότερα...

    Βουρκάρι

    Το Βουρκάρι βρίσκεται στη νοτιοανατολική ακτή του Δήμου Μεγαρέων μεταξύ της Νέας Περάμου (πρώην Μεγάλου Πεύκου) και της Πάχης Μεγάρων, απέναντι από τη Σαλαμίνα. Πρόκειται για έναν παράκτιο υγρότοπο που τροφοδοτείται κυρίως από τη θάλασσα και τις βροχές. Το θαλάσσιο τμήμα του είναι ένας αβαθής όρμος-λιμνοθάλασσα, με βάθος λιγότερο από 1 μέτρο στη μεγαλύτερή του έκταση, που λειτουργεί ως ιδανικό φυσικό ιχθυοτροφείο. Το χερσαίο τμήμα του καλύπτεται περιοδικά από νερό και αλοφυτική βλάστηση και παλαιότερα καταλάμβανε μια έκταση 5 τετραγωνικών χλμ αλλά σήμερα λόγω των ανθρωπογενών πιέσεων που έχει υποστεί περιορίζεται μόλις στο 1 km².Στο Βουρκάρι καταγράφεται -ιδιαιτέρως κατά τη μεταναστευτική περίοδο- εξαιρετικά πλούσια και σημαντική ορνιθοπανίδα με περισσότερα από 130 διαφορετικά είδη πτηνών (ερωδιούς, φλαμίγκο, κύκνους, αγριόπαπιες, κορμοράνους κλπ) αρκετά εκ των οποίων είναι σπάνια και απειλούμενα τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο (λιμόζα, τουρλίδα, μαυροκιρκίνεζο, χειμωνογλάρονο κ.α).

    Το είδος για το οποίο ο υγρότοπος των Μεγάρων ξεπερνά τα συνηθισμένα δεδομένα των μικρών υγροτόπων της νότιας Ελλάδας -που ο καθένας τους όμως παραμένει μοναδικός και αναντικατάστατος για τις ανάγκες των πουλιών- και αναγνωρίζεται πλέον ως υγρότοπος Διεθνούς σημασίας, είναι ο Μαυροκέφαλος γλάρος.Όσο και αν φαίνεται απίστευτο, το Βουρκάρι είναι ο σημαντικότερος υγρότοπος της Ελλάδας και ένας από τους σημαντικότερους για τη διαχείμαση του είδους παγκοσμίως αφού αποτελεί βασικό ενδιαίτημα στο οποίο καταγράφονται σταθερά μεγάλοι αριθμοί που αντιστοιχούν σε ποσοστό άνω του 1% του παγκόσμιου πληθυσμού του είδους!Μετά από μία επταετία συνεχούς, μεθοδικής, συντονισμένης και πολυεπίπεδης δράσης του «Συντονιστικού Φορέα για την προστασία του Βουρκαρίου» (συλλογικότητας που ίδρυσαν οι τοπικοί σύλλογοι της ευρύτερης περιοχής) και της συνεργασίας του με φορείς και οργανώσεις από όλη την Ελλάδα, ο υγρότοπος των Μεγάρων βρίσκεται μόλις ένα βήμα από τον χαρακτηρισμό του ως «Περιφερειακό Πάρκο» -καθώς το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει ήδη εγκρίνει το εκπονηθέν από το Υπουργείου Περιβάλλοντος Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος για την προστασία του- εντασσόμενος με τον τρόπο αυτό σε μόνιμο και ισχυρό νομικό καθεστώς προστασίας με καθορισμό ζωνών προστασίας, χρήσεων γης, περιορισμών δόμησης αλλά και μέτρων διαχείρισής του. Η προσπάθεια όλων στρέφεται πλέον σε δράσεις αποκατάστασης και προβολής του υγροτόπου, όπως: δημιουργία παρατηρητηρίων πουλιών και κέντρου περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, τοποθέτηση ενημερωτικών πινακίδων, απομάκρυνση μπαζών, αναστήλωση του εφαπτόμενου με τον υγροβιότοπο ιστορικού «Τείχους των Μεγάρων».
    Περισσότερα...
    ×
    Αρχαιολογικοί Θησαυροί Μουσεία Φυσιολατρικός Τουρισμός Θρησκευτικά Μνημεία