Αλεποχώρι
Μαγούλα
Μαγούλα
Previous
Next
Περιγραφή
Η Μαγούλα βρίσκεται στο κέντρο του Θριάσιου Πεδίου και απέχει 21 χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας. Στα δυτικά συνορεύει με τον Δήμο Μάνδρας-Ειδυλλίας, ενώ στα ανατολικά με τον Δήμο Ασπροπύργου. Ο οικισμός απλώνεται αμφιθεατρικά στην πλαγιά του λόφου του Προφήτη Ηλία και συνεχίζεται περιμετρικά στη γύρω περιοχή. Δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για το πότε η Μαγούλα έγινε οικισμός. Η πιθανότερη εκδοχή είναι ότι τα χωριά Μάζι, Μάνδρα και Μαγούλα προήλθαν από σταδιακή μετακόμιση των Κουντουριωτών τα μεταβυζαντινά χρόνια. Σύμφωνα με τον τοπικό λαογράφο Βαγγέλη Λιάπη,οι πρώτοι κάτοικοι της Μαγούλας ήταν Κουντουριώτες του Παλαιοχωρίου, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους ήταν ρητινοσυλλέκτες και βοσκοί που οδηγούσαν τα πρόβατά τους στα βοσκοτό-πια της σημερινής πόλης, στην οποία εγκαταστάθηκαν μετέπειτα. Στην κεντρική πλατεία της περιοχής βρίσκονται ο ναός της Ανάληψης του Χριστού, ο οποίος αποτελεί τη μητρόπολη της Μαγούλας και προστατευόμενο μνημείο των μεταβυζαντινών χρόνων· στην ίδια πλατεία βρίσκεται και ο διατηρητέος ναός του Αγίου Δημητρίου, ο οποίος είναι κτισμένος πριν το 1500. Ο ναός του Αγίου Δημητρίου είχε υποστεί σημαντικές φθορές από τον σεισμό του 1999 και επισκευάστηκε πρόσφατα από δωρεές πιστών, υπό την επίβλεψη της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Με την πρώτη διοικητική διαίρεση που πραγματοποιήθηκε το 1830, η Μαγούλα ήταν ένα από τα χωριά που εντάχθηκαν στον Δήμο Ελευσίνας.
Το 1875, σε μια από τις πρώτες επίσημες καταγραφές του Υπουργείου Εξωτερικών, η Μαγούλα αναφέρεται ως «γεωργικόν χωρίον» με πληθυσμό 115 κατοίκους. Η ιστορία της Μαγούλας ως ανεξάρτητης κοινότητας άρχισε τον Απρίλιο του 1912. Στις 31 Μαρτίου 1914, ημέρα Δευτέρα και ώρα 11 π.μ., τελέστηκε η πρώτη συνεδρίαση του κοινοτικού συμβουλίου. Επί σειρά ετών, βασικές ασχολίες των κατοίκων αποτελούσαν η γεωργία, η κτηνοτροφία, η ρητινοσυλλογή και η μελισσοκομία. Μετά το 1960 οι κάτοικοι στράφηκαν στη βιομηχανική απασχόληση. Από το 1970 και εξής, ο πληθυσμός της Μαγούλας αυξήθηκε σταδιακά. Ένας από τους κύριους λόγους ήταν η εσωτερική μετανάστευση, λόγω της αυξημένης ζήτησης εργασίας στη Δυτική Αττική και στην Αττική γενικότερα. Ένας πρόσθετος λόγος ήταν το κόστος της γης. Η Μαγούλα, όντας στις παρυφές του λεκανοπεδίου, δεν είχε αναπτυχθεί πολεοδομικά και έτσι προσέφερε γενικά χαμηλό κόστος κατοικίας σε όσους μετανάστευσαν από τα διάφορα μέρη της Ελλάδας. Η αύξηση του πληθυσμού και η μεγάλη συγκέντρωση δραστηριοτήτων σε ένα χωριό χωρίς πολεοδομικό σχέδιο είχαν ως συνέπεια τη δημιουργία έντονων προβλημάτων, όπως της άναρχης και αυθαίρετης δόμησης, της ρύπανσης του περιβάλλοντος και του χαμηλού επιπέδου των παρεχόμενων υπηρεσιών. Τη δεκαετία 1991-2001 πραγματοποιήθηκε μαζική εγκατάσταση αποθηκών, βιομηχανιών,βιοτεχνιών και άλλων δραστηριοτήτων στη Μαγούλα, την οποία ακολούθησε και αύξηση του πληθυσμού της τάξης του 50,3%. Σύμφωνα με την απογραφή του 1991, η Μαγούλα είχε 2.663 κατοίκους, ενώ δέκα χρόνια αργότερα είχε φτάσει τους 4.005.
Τα τελευταία χρόνια, μετά την επέκταση και την εφαρμογή σύγχρονου πολεοδομικού σχεδίου πόλεως και με τη συμβολή των μεγάλων έργων υποδομής στην Αττική, η Μαγούλα βρίσκεται σε ιδιαίτερα κομβικό σημείο και οι κάτοικοί της απολαμβάνουν τις ανέσεις της Αθήνας, με την οποία συνδέεται εύκολα και γρήγορα μέσω της Αττικής Οδού και του προαστιακού σιδηροδρόμου. Ταυτόχρονα, διατηρεί αρκετά από τα στοιχεία της υπαίθρου και για τον λόγο αυτόν θεωρείται ως ένα από τα ιδανικά προάστια διαμονής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μεγάλη ζήτηση γης και κατοικίας, με συνέπεια τη σημαντική αύξηση των τιμών των ακινήτων. Στην κεντρική πλατεία της Μαγούλας βρίσκεται το δημαρχείο, στον κήπο του οποίου υπάρχει η προτομή του ήρωα Λεωνίδα Στάμου. Στην κορυφή του λόφου, δεσπόζει το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία. Στο σημείο που εκτεινόταν ο παλιός οικισμός (στους πρόποδες του λόφου), ο επισκέπτης, κάνοντας μια βόλτα στα σοκάκια, μπορεί να θαυμάσει αρκετά σπίτια που διατηρούν την παλιά αρχιτεκτονική και τον παραδοσιακό χαρακτήρα. Αξιοσημείωτο είναι ότι η Μαγούλα διατηρεί ζωντανή την παράδοσή της. Οι κάτοικοι, περήφανοι για την κουντουριώτικη καταγωγή τους, μιλούν μέχρι σήμερα την αρβανίτικη διάλεκτο, διοργανώνουν εκδηλώσεις με παραδοσιακούς αρβανίτικους χορούς, παραδοσιακά φαγητά και γλυκά. Στη γιορτή της Αναλήψεως, πραγματοποιείται κάθε χρόνο μεγάλο παραδοσιακό πανηγύρι.